αποσβεσις

αποσβεσις
    ἀπόσβεσις
    ἀπό-σβεσις
    -εως ἥ угасание
    

(πυρός, φωτός, σελήνης Arst.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "αποσβεσις" в других словарях:

  • ἀπόσβεσις — extinction fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποσβέσει — ἀπόσβεσις extinction fem nom/voc/acc dual (attic epic) ἀποσβέσεϊ , ἀπόσβεσις extinction fem dat sg (epic) ἀπόσβεσις extinction fem dat sg (attic ionic) ἀποσβέννυμι extinguish aor subj act 3rd sg (epic) ἀποσβέννυμι extinguish fut ind mid 2nd sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποσβέσεις — ἀπόσβεσις extinction fem nom/voc pl (attic epic) ἀπόσβεσις extinction fem nom/acc pl (attic) ἀποσβέννυμι extinguish aor subj act 2nd sg (epic) ἀποσβέννυμι extinguish fut ind act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποσβέσιος — ἀπόσβεσις extinction fem gen sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπόσβεσιν — ἀπόσβεσις extinction fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • απόσβεση — Όρος που χρησιμοποιείταιμε διάφορες σημασίες σε διάφορους κλάδους, όπως η λογιστική, η οικονομία, η δημοσιονομία και το εμπορικό δίκαιο. Α. ενός χρέους είναι τρόπος τμηματικής επιστροφής του οφειλόμενου ποσού, ο οποίος βασίζεται στην καταβολή… …   Dictionary of Greek

  • ἀποσβέσεως — ἀποσβέσεω̆ς , ἀπόσβεσις extinction fem gen sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποσβέσῃ — ἀποσβέσηι , ἀπόσβεσις extinction fem dat sg (epic) ἀποσβέννυμι extinguish aor subj mid 2nd sg ἀποσβέννυμι extinguish aor subj act 3rd sg ἀποσβέννυμι extinguish fut ind mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»